Η ηπατίτιδα C είναι η νόσος που οφείλεται στον ιό HCV. Για το 2015 υπολογίστηκε ότι σε όλο τον κόσμο 71,1 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν τη λοίμωξη και πολλοί από αυτούς χωρίς να το γνωρίζουν. Την ίδια χρονιά στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι φορείς του ιού υπολογίστηκαν στα 3,2 εκατομμύρια άτομα. Το 2016 περίπου 486000 θάνατοι αποδόθηκαν σε επιπλοκές λόγω της ηπατίτιδας C, όπως είναι το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα και η κίρρωση. 

Ο ιός μεταδίδεται κατά κύριο λόγο με έκθεση σε αίμα που έχει μολυνθεί από τον ιό HCV. Έτσι, η κοινή χρήση μολυσμένων βελονών ή άλλου εξοπλισμού από χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών αποτελεί την κύρια οδό μόλυνσης στις αναπτυγμένες χώρες. Επιπλέον, αναφέρονται ακόμη περιστατικά μόλυνσης σε δομές υγείας. Λιγότερο συχνά η μόλυνση επέρχεται με πρακτικές όπως το τατουάζ και το piercing. Να σημειωθεί, ότι μέχρι την υιοθέτηση συστηματικού ελέγχου για τον ιό HCV, κάτι που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990, η μόλυνση από μετάγγιση ή μεταμόσχευση ήταν πολύ συχνή. Πολύ πιο σπάνια ο ιός μεταδίδεται στο νεογνό από τη μητέρα κατά τον τοκετό, από την ετερόφυλη σεξουαλική επαφή (το ποσοστό μετάδοσης σε ετερόφυλα, μονογαμικά ζευγάρια είναι ≤ 0,07% ετησίως), με τη χρήση ουσιών με αναρρόφηση από τη μύτη και με τη χρήση μολυσμένων ειδών ατομικής φροντίδας, όπως ξυράφια, οδοντόβουρτσες κλπ. 

Οι περισσότεροι ασθενείς δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα, ενώ μερικοί παρουσιάζουν μη-ειδικά συμπτώματα, όπως κόπωση, ναυτία, πόνους στους μύες. Σημειώνεται ότι το 30% των ασθενών έχουν φυσιολογικές αιματολογικές εξετάσεις. Στην οξεία φάση της λοίμωξης, αν υπάρξουν συμπτώματα, αυτά είναι κυρίως ίκτερος (κίτρινο χρώμα του δέρματος και των επιπεφυκότων), πόνος στην κοιλιακή χώρα, ναυτία, γριπώδης συνδρομή, σε συνδυασμό με αύξηση τρανσαμινασών στο αίμα. Η οξεία φάση μπορεί να εμφανιστεί 2-26 εβδομάδες μετά από την έκθεση στον ιό και να διαρκέσει 2-12 εβδομάδες περίπου. 

Αν το ανοσοποιητικό σύστημα κατορθώσει να καταπολεμήσει τον ιό, αυτό θα συμβεί μέσα στους πρώτους 6 μήνες της λοίμωξης, ενώ η παραμονή του ιού πέρα από το αυτό το χρονικό όριο συνεπάγεται χρόνια ηπατίτιδα. Μόλις σε ένα ποσοστό 11-14% των ασθενών ο ιός θα εξαφανιστεί χωρίς θεραπεία μετά τους 6 μήνες. Η χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας C μπορεί να οδηγήσει με φλεγμονή ή ίνωση του ήπατος και τελικά κίρρωση. 

Έχουν αναγνωριστεί συνολικά 8 γονότυποι του ιού, με τους γονότυπους 1 και 3 να είναι οι πιο συχνοί παγκοσμίως. Ο γονότυπος 4 απαντάται πιο συχνά στη Μέση Ανατολή και στην κεντρική Αφρική. Οι γονότυποι 2 και 6 βρίσκονται κυρίως στην ανατολική Ασία. Οι γονότυποι 5,7 και 8 αφορούν <1% των περιστατικών παγκοσμίως. Ο γονότυπος 5 απαντάται στην υποσαχάρια Αφρική, ο 7 στην κεντρική Αφρική και ο 8 έχει βρεθεί σε άτομα στον Καναδά με καταγωγή από την Ινδία. 

Δεν υπάρχει εμβόλιο για τον ιό και ο καλύτερος τρόπος πρόληψης είναι η αποφυγή έκθεσης σε αυτόν, τηρώντας τα υγειονομικά μέτρα για την επαφή με δυνητικά μολυσμένο αίμα. 

Με βάση τους τρόπους μετάδοσης, οι ομάδες κινδύνου που θα πρέπει να ελέγχονται με αναζήτηση στο αίμα των αντισωμάτων έναντι του ιού (anti-HCV) είναι:

  • όσοι ασθενείς μεταγγίστηκαν ή μεταμοσχεύθηκαν κυρίως πριν τη δεκαετία του 1990, 
  • πρώην και νυν χρήστες ενδοφλέβιων τοξικών ουσιών 
  • οι ασθενείς σε αιμοκάθαρση, 
  • οι τρόφιμοι σε σωφρονιστικά ιδρύματα, 
  • παιδιά των οποίων οι μητέρες είναι φορείς του ιού.

Στόχος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) είναι να μειωθούν κατά 90% τα ποσοστά λοίμωξης από τον HCV και η θνητότητα κατά 65% μέχρι το 2030 σε σχέση με ό,τι είχε καταγραφεί το 2015. Τα τελευταία χρόνια έχουμε στη διάθεσή μας θεραπείες πολύ αποτελεσματικές και πολύ καλά ανεκτές, που πλέον χορηγούνται σε ΟΛΟΥΣ τους φορείς του ιού, χωρίς κριτήρια και εξαιρέσεις. Σκοπός της θεραπείας είναι η εξαφάνιση του ιού. Αυτό θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί όταν ο ιός δεν ανιχνεύεται στο αίμα στις 12 ή στις 24 εβδομάδες μετά το τέλος της θεραπείας και συνεπάγεται ίαση

Οι ασθενείς με προχωρημένη ηπατική νόσο ή και κίρρωση στο πλαίσιο της ηπατίτιδας C, θα πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για τον κίνδυνο ανάπτυξης ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, ακόμη και αν ο ιός έχει εκριζωθεί χάρη στη φαρμακευτική αγωγή.