Το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού είναι ένα βακτήριο που κατορθώνει να επιβιώνει στο όξινο περιβάλλον του στομάχου και να πολλαπλασιάζεται.
Η λοίμωξη ανακαλύφθηκε το 1982 και χάρισε το Νόμπελ Ιατρικής στους Barry J. Marshall και Robin Warren το 2005.
Ο επιπολασμός ποικίλει παγκοσμίως, από 30-40% στις αναπτυγμένες χώρες ως 60-90% στις αναπτυσσόμενες. Η λοίμωξη είναι χρόνια και το άτομο προσβάλλεται κατά την παιδική ηλικία. Η οδός μετάδοσης είναι πιθανότατα η κοπρανο-στοματική ή στοματο-στοματική και το βακτήριο παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα στο βλεννογόνο του στομάχου, χωρίς να προκαλέσει κανένα σύμπτωμα.
Όταν η παρουσία του βακτηρίου συνδυαστεί με κάποιους παράγοντες π.χ. χρόνια λήψη ασπιρίνης ή μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών (ΜΣΑΦ), η λοίμωξη οδηγεί σε φλεγμονή του στομάχου ή του δωδεκαδακτύλου (γαστρίτιδα και δωδεκαδακτυλίτιδα αντιστοίχως), έλκος του στομάχου ή του δωδεκαδακτύλου ή πιο απλά δυσπεψία χωρίς βλάβη του βλεννογόνου. Επιπλέον, η μακροχρόνια παρουσία του βακτηρίου είναι υπεύθυνη για μια κατάσταση που περιγράφεται ως εντερική μετάπλαση και συνίσταται στην παρουσία κυττάρων τύπου εντερικού βλεννογόνου, αντί για γαστρικού. Η κατάσταση αυτή μπορεί να εξελιχθεί σε αδενοκαρκίνωμα του στομάχου σε μερικές περιπτώσεις και για το λόγο αυτό συνίσταται παρακολούθηση, κυρίως όταν η έκταση της βλάβης είναι σημαντική, σε καπνιστές ή όταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του στομάχου. Η λοίμωξη από ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού έχει συσχετισθεί και με μια άλλη πιο σπάνια νεοπλασία, το λέμφωμα τύπου MALT.
Η παρουσία του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού μπορεί να διαγνωστεί με τα ακόλουθα μέσα:
- γαστροσκόπηση με βιοψίες
- ανίχνευση του αντιγόνου του βακτηρίου στα κόπρανα
- αναπνευστικό τεστ με ουρία σημασμένη με άνθρακα-13
- ανίχνευση αντισωμάτων στο αίμα
Για αρκετά χρόνια δεν χορηγούνταν συστηματικά αγωγή σε όλους τους φορείς του ελικοβακτηριδίου, τελευταία όμως οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες επισημαίνουν την ανάγκη εκρίζωσής του σε κάθε περίπτωση που αυτό ανιχνεύεται, καθώς, πέρα από τα οφέλη στους ασθενείς με πεπτικό έλκος, η θεραπεία έχει αποδεδειγμένα συνδεθεί με:
- μείωση της τοξικότητας των ΜΣΑΦ
- σταθεροποίηση των αλλοιώσεων του στομάχου που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε καρκίνο
- πρόληψη του καρκίνου του στομάχου
Στην Ελλάδα και λόγω του υψηλού ποσοστού στελεχών ανθεκτικών στα αντιβιοτικά, η θεραπεία εκρίζωσης περιλαμβάνει ένα συνδυασμό τριών αντιβιοτικών με αναστολέα της αντλίας πρωτονίων. Σε κάθε περίπτωση επιβάλλεται η επιβεβαίωση της εκρίζωσης 4-6 εβδομάδες μετά το τέλος της αγωγής είτε με αναζήτηση του αντιγόνου του βακτηρίου στα κόπρανα είτε με αναπνευστικό τεστ με ουρία σημασμένη με άνθρακα-13.
