Η κίρρωση είναι το τελικό στάδιο κάθε χρόνιας ηπατικής νόσου (αλκοολικής αιτιολογίας, NASH, χρόνιας ηπατίτιδας Β ή C, αυτοάνοσης ηπατίτιτιδας κλπ.). Σε αυτό το στάδιο η μορφολογία του ήπατος έχει τροποποιηθεί σημαντικά και χαρακτηρίζεται από την παρουσία ουλών και οζιδίων. Η λειτουργία των κυττάρων επηρεάζεται σε ποικίλο βαθμό, ενώ αυξάνεται η πίεση σε ένα από τα αγγειακά δίκτυα του ήπατος, το πυλαίο σύστημα.
Στα πλαίσια αυτά ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει:
- Κίτρινο χρώμα των επιπεφυκότων των οφθαλμών και του δέρματος (ίκτερος)
- Συλλογή υγρού στην κοιλιά (ασκίτης)
- Συλλογή υγρού γύρω από τον ένα ή και τους δύο πνεύμονες (υδροθώρακας)
- Οίδημα των κάτω άκρων
- Εγκεφαλοπάθεια, που εκδηλώνεται με ποικίλου βαθμού σύγχυση, υπνηλία ως και κώμα.
- Νεφρική ανεπάρκεια (ηπατονεφρικό σύνδρομο)
- Πτώση του κορεσμού σε οξυγόνο στο αίμα (ηπατοπνευμονικό σύνδρομο)
- Δημιουργία και ρήξη κιρσών πιο συχνά του οισοφάγου και του ανώτερου τμήματος του στομάχου (αλλά μπορεί να παρουσιαστούν και οπουδήποτε αλλού στον πεπτικό σωλήνα) με αποτέλεσμα σοβαρές αιμορραγίες.
Όταν η νόσος εξελίσσεται για πολλά χρόνια, μια πιθανή επιπλοκή είναι το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα.
Όταν ένας ασθενής διαγνωστεί με κίρρωση, προσπαθούμε να εξαλείψουμε την αιτία που την προκάλεσε (π.χ. θεραπεία της ηπατίτιδας B ή C, διακοπή της κατανάλωσης αλκοόλ) και αντιμετωπίζουμε τις προαναφερθείσες επιπλοκές. Σε ορισμένες περιπτώσεις η μόνη λύση είναι η μεταμόσχευση ήπατος.
Λόγω του κινδύνου εμφάνισης ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, οι ασθενείς με κίρρωση πρέπει να ελέγχονται κάθε 6 μήνες με υπέρηχο και αιματολογικές εξετάσεις. Οι κιρρωτικοί ασθενείς παρουσιάζουν συχνά σοβαρή υποθρεψία ως και σαρκοπενία (απώλεια μυϊκής μάζας) και οστεοπόρωση, οπότε θα πρέπει να αξιολογούνται τακτικά ως προς τη θρεπτική κατάσταση και την οστική μάζα.
